Της Γιούλης Ηλιοπούλου
Ήταν 29 Σεπτεμβρίου 1944, λίγες ημέρες (η αποχώρηση έγινε στις 12 Οκτωβρίου) πριν τα γερμανικά στρατεύματα αποχωρήσουν από την Αθήνα.
Ο γερμανικός στρατός αναζητάει να βρει τρόπους ώστε να εξασφαλισθεί η επικείμενη απομάκρυνση των τμημάτων του από την ελληνική πρωτεύουσα, μέσω της Ιεράς Οδού, της μοναδικής διόδου που υπήρχε. Επιπλέον, λόγω και των δραστηριοτήτων του ΕΛΑΣ, ψάχνει και προσχήματα για εκδικητικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή. Ουσιαστικά λοιπόν οι Γερμανοί επιδιώκουν να τους δοθεί ένα πρόσχημα, για να εκκαθαρίσουν την περιοχή του Αιγάλεω από οποιαδήποτε για αυτούς απειλή.
Η αφορμή πολύ «μικρή», ήταν μια αψιμαχία μεταξύ Γερμανών στρατιωτών και Ελλήνων ανταρτών του ΕΛΑΣ που βρίσκονταν σε φυλάκιο του ΕΛΑΣ δίπλα στη γέφυρα του Κηφισού, στη διασταύρωση με την οδό Παλαιάς Καβάλας (παρόλο που, όπως περιγράφουν μαρτυρίες, ο ΕΛΑΣ δεν είχε προβεί σε ενέργειες που θα προκαλούσαν τα αντίποινα από τους Γερμανούς). Οι μαρτυρίες περιγράφουν 2 Γερμανούς μοτοσικλετιστές που μετά την ανταλλαγή πυροβολισμών, έφυγαν και επέστρεψαν στη βάση τους (στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις στην περιοχή Μαρκόνι), αναφέροντας το γεγονός.
Την ίδια ημέρα (ήταν Παρασκευή) επίλεκτο γερμανικό τάγμα διατάζεται να προχωρήσει σε εκκαθάριση της περιοχής. Αποτέλεσμα ήταν να αρχίσει η σφαγή από τον Άγιο Γεώργιο (το εκκλησάκι δίπλα ακριβώς στην γέφυρα της Ιεράς οδού) και να συνεχισθεί με κατεύθυνση προς τη γέφυρα της λεωφόρου Καβάλας.
Τα πρώτα θύματά τους υπήρξαν δυο νεαροί Έλληνες φοιτητές (τα ξαδέλφια Πανόπουλος και Μουλάς), τους οποίους συνάντησαν στη συμβολή της οδού Μαρκόνι με την Ιερά Οδό. Στη συνέχεια οι Γερμανοί εισήλθαν στην πόλη και αρχικά εκτέλεσαν 31 άοπλους πολίτες που είχαν την ατυχία να βρεθούν στο δρόμο τους. Συνέχισαν τη θηριωδία με αποκλεισμό της συνοικίας του Αγίου Γεωργίου, απομάκρυνση ενός μέρους από τα γυναικόπαιδα και εμπρησμό της συνοικίας. Καίγονται εκεί ζωντανοί περίπου 65 άνθρωποι και εκτελούνται εν συνεχεία πολλοί ακόμη, κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής. Κάποιες άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών σε 100, κάποιες και σε 150 αθώους ανθρώπους. Επίσης πάνω από εκατό οικίες (117) πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Ασάφεια επικρατεί σχετικά με τις γερμανικές απώλειες. Κάποιες πηγές κάνουν λόγο για έναν ή και δύο νεκρούς αξιωματικούς, καθώς και αρκετούς τραυματίες.
Οι δραματικές στιγμές τελείωσαν όταν, όπως φημολογείται, στην πόλη έφθασε εσπευσμένα ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδας κ. Δαμασκηνός καθώς και ο Σουηδός πρέσβης, αποτρέποντας μία ομαδική εκτέλεση σχεδόν 200 ανθρώπων.
Μαρτυρίες για τη σφαγή
Πολλές είναι οι μαρτυρίες που επιβεβαιώνουν τα τραγικά γεγονότα της 29ης Σεπτεμβρίου:
Ενδεικτική είναι επιστολή την οποία απέστειλε προς την τοπική εφημερίδα "Περιφερειακός Τύπος" του Δημήτριου Οικονομίδη (αριθμός φύλλου 223, της 18 Οκτωβρίου 1975), ο Αξιωματικός Χωροφυλακής εν αποστρατεία Στυλιανός Δρίτσας, όπου αναφέρεται ότι «…διετάχθη η παρά το Δαφνί εστρατοπευδεμένη Γερμανική Στρατιωτική Μονάδα Καταστροφών ίνα προβεί εις σκληρά αντίποινα...».
Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία η σφαγή των άοπλων και αμέτοχων πολιτών ήταν και το αποτέλεσμα μίας τραγικής σύμπτωσης, αφού εκείνη την ώρα είχαν σχολάσει από το εργοστάσιο του Λαναρά πολλοί εργάτες που επέστρεφαν με τα πόδια στα σπίτια τους. Προφανώς δεν ήξεραν τίποτα για το γεγονός και για αυτό έπεσαν αμέριμνοι πάνω στους Γερμανούς.
Στον χώρο της θυσίας (επί της σημερινής λεωφόρου Κηφισού, στο ρεύμα προς Πειραιά) ο δήμος Αιγάλεω έχει τοποθετήσει μνημείο, όπου τελείται ετήσια επιμνημόσυνη δέηση για τα θύματα καθώς και εκδηλώσεις από την Ένωση Θυμάτων Ολοκαυτώματος του Αιγάλεω.
Μνημείο για το συγκεκριμένο συμβάν υπάρχει και στο Γ΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Εξαιρετική πηγή για τα γεγονότα αποτελεί και το βιβλίο με τίτλο "Χρέος Τιμής", από τον Αιγαλιώτη Αντιστασιακό και συγγραφέα Νίκο Μιχιώτη, στο οποίο κατέγραψε όλο το χρονικό. Ο ίδιος έχει ξεκινήσει αγώνα για την πλήρη διαλεύκανση του συμβάντος και την απόδοση ευθυνών στο γερμανικό κράτος, το οποίο δεν πλήρωσε ποτέ για την ηθική αποκατάσταση των θυμάτων και των συγγενών τους (όπως άλλωστε σε καμία από τις εκατοντάδες σφαγές και ολοκαυτώματα που έγιναν κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής σε όλη την ελληνική επικράτεια).
Αλλά και ο Μανώλης Γλέζος στο δεύτερο τόμο του βιβλίου του για την Εθνική Αντίσταση 1940-45, αναφέρει το συμβάν και κάνει λόγο για 65 νεκρούς (που είναι μάλλον ο επίσημος αριθμός μόνο των καμένων και όχι και των αρχικά εκτελεσθέντων Αιγαλιωτών. Ο αριθμός των απωλειών, επομένως, πλησιάζει στους εκατό νεκρούς).
Η επόμενη ημέρα
Την ακριβώς επομένη ημέρα (στις 30-9-1944) και ενώ ο ΕΛΑΣ προχώρησε σε εγκατάσταση πολυβόλων για να αποτρέψει νέα ενδεχόμενη επιδρομή, 41 απανθρακωμένα πτώματα θάφτηκαν δίπλα στον Άγιο Σπυρίδωνα και άλλοι νεκροί μεταφέρθηκαν για ταφή στο Γ’ Νεκροταφείο και μερικοί ακόμη στο νεκροταφείο του Αγίου Βασιλείου στο Περιστέρι.
Μία (ενδεικτική μόνο) κατάσταση θυμάτων προκύπτει από τα επισήμως εκδοθέντα πιστοποιητικά θανάτου που συμπλήρωσαν Αιγαλιώτες γιατροί (Στέφανος Μιχιώτης, Κωστής Γούβαλης κ.α.), διαπιστώνοντας «θάνατο από βολή πυροβόλου όπλου», «ακατάσχετη αιμορραγία από πυροβολισμό στην κεφαλή» ή «στην κοιλιακή χώρα», «εκτέλεση υπό του εχθρού» και άλλες αιτίες.
Τα ονόματα των θυμάτων (όσων επιβεβαιώθηκαν) χαράχτηκαν σε μαρμάρινη στήλη ως ανάμνηση της σφαγής.
Ένωση θυμάτων Ολοκαυτώματος Αιγάλεω
Η Ένωση Θυμάτων Ολοκαυτώματος Αιγάλεω ιδρύθηκε το Μάρτιο του 2001 και λειτουργεί με στόχο την προβολή, γνωστοποίηση και ανάδειξη του ιστορικού θέματος του Ολοκαυτώματος του Αιγάλεω. Δικαίωμα εγγραφής στην Ένωση έχουν άτομα, τα οποία, αποδεδειγμένα είναι συγγενείς ή απόγονοι των θυμάτων της 29ης Σεπτεμβρίου 1944.