«Επίσημη αγαπημένη». Η περιστεριώτισσα Νικολέτα Ρεπάνη μας μιλά για τη μητέρα της, στιχουργό, Ελένη Λιάκου

«Επίσημη αγαπημένη». Η περιστεριώτισσα Νικολέτα Ρεπάνη μας μιλά για τη μητέρα της, στιχουργό, Ελένη Λιάκου

«Ξύπνησα νύχτα και μες στη σκέψη μου άναψαν φώτα.
Ήρθες κι εσύ έτσι απροσκάλεστη στου νου την πόρτα.
Μες στην καρδιά μου σε καλοδέχτηκα, αγαπημένη,
μεγάλη επίσημη, που τόσα χρόνια ήσουν χαμένη.
Ας ήτανε αληθινό το όνειρο τ' αποψινό,
το όνειρο τ' αποψινό ας ήτανε αληθινό.»
Ερμηνεία- μουσική: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Στίχοι: Ελένη Λιάκου

Διάλεξα το συγκεκριμένο τραγούδι ως εισαγωγή στο άρθρο αυτό, μιας και «Επίσημη αγαπημένη» είναι ο τίτλος του βιβλίου που έχει επιμεληθεί η κόρη της στιχουργού Ελένης Λιάκου-Ρεπάνη, η Νικολέτα. Ένα βιβλίο, φόρος τιμής στη μητέρα της, όπως μου είπε η ίδια κατά τη συνάντησή μας.

Δύο σύντομα βιογραφικά:
Η Ελένη Λιάκου γεννήθηκε στην Ιτέα, το 1925. Ήταν στιχουργός και έγραψε πολύ γνωστές επιτυχίες που σημάδεψαν τις προηγούμενες δεκαετίες. Ο μεγάλος λαϊκός τραγουδιστής και συνθέτης Γρηγόρης Μπιθικώτσης ήταν ο συνθέτης που μελοποίησε τους περισσότερους στίχους της, δημιουργώντας πολύ όμορφα λαϊκά τραγούδια, που αρχικά κυκλοφόρησαν σε 45άρια και μετά σε δίσκους 33 στροφών. Ποιος δεν τραγούδησε το «Μια γυναίκα φεύγει» ή το «Επίσημη αγαπημένη»; Τραγούδια της τραγούδησαν ακόμα οι: Σταμάτης Κόκοτας, Βίκυ Μοσχολιού, Στέλιος Καζαντζίδης, Αντώνης Ρεπάνης, Τάκης Βεργιώτης και άλλοι. Παντρεύτηκε το Δημήτρη Ρεπάνη, αδελφό του ρεμπέτη Αντώνη Ρεπάνη, με κουμπάρο τον Μητσάκη. Ο σύζυγός της, Δημήτρης, από πρόσφυγες γονείς, έζησε κοντά της και έμειναν οι δυο τους προσηλωμένοι στη μουσική και στην αγαπημένη τους οικογένεια. Όχι όμως για πάντα. Η ξενιτιά τον τράβηξε στην Αμερική.

Γράφει ο Πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, Κώστας Καρούσος:
«Ο Δημήτρης έφυγε για την Αμερική το 1973, μακριά από τους αγαπημένους του, για 23 χρόνια. Όλο αυτό το συμπαντικό στοιχείο του ξεριζώματος, της λαϊκής ποίησης, της τραγουδισμένης ανέχειας της εποχής της. Άφησε το πολύτιμο ποιητικό μουσικό χνάρι του, με πυκνά στοιχεία αγάπης, πόνου, μοναξιάς, θύμησης και κοινωνικής ανεμοζάλης στο έργο της. Οι θαμπές μέρες της μοναχικότητας, της αναδουλειάς, της ξεπεσμένης πολιτικής, αστάθειας και της έρμης φτωχοσύνης του κόσμου σημάδεψε ανεξίτηλα τον ποιητικό της οίστρο, με αθάνατες μουσικές αποθησαυρίσεις των στίχων της, αφού τραγουδήθηκαν από τον λαό και λυτρώθηκαν στην ιστορική – μουσική παράδοση της χώρας μας. Ο στίχος δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από τα σύγχρονα μουσικά ακούσματα αυτών των δεκαετιών, από το σπάνιο σύνολο της μουσικής επένδυσης της εποχής και από το ζωντανό κύτταρο της αμεσότητας και της οικουμενικότητας, όλων όσων λάτρεψαν και φτεροκόπησαν και ξεδίψασαν την ψυχή του πονεμένου Νεοέλληνα. Η Ελένη μπήκε αμόλευτη κι αγαπητική νότα, στα φτωχόσπιτα της μεταπολεμικής γενιάς των Ελλήνων έως σήμερα. Αφουγκράσθηκε και βίωσε όλο το πικρόζουμο της περιθωριοποιημένης ψυχής, που σκιρτούσε να στεριώσει και να δρασκελίσει το αύριο στη ζωή, με καθαρόψυχες ανατάσεις, πεισματικά και αισιόδοξα, όπως η νιότη θεριεύει τον άνθρωπο και τον αγκαλιάζει η μουσική και το τραγούδι.»

Τελικά η Ελένη Λιάκου πέθανε το 2003, ξεχασμένη, στο σπίτι της κόρης της Νικολέτας, στο Περιστέρι.
Η Νικολέτα Λιάκου-Ρεπάνη ήταν ο καρπός του έρωτά τους. Ζει στο Περιστέρι και έχει κληρονομήσει το χάρισμα της γραφής και την καλλιτεχνική φύση της μητέρας της. Έχει γράψει ποίηση, παραμύθια και διηγήματα, ενώ το 2017 εκδόθηκε η πρώτη της ποιητική συλλογή από τις εκδόσεις Όστρια με τον τίτλο «Δροσοσταλίδες της ψυχής μου».
Σε ερώτησή μου τι άνθρωπος ήταν η μητέρα της, η στιχουργός Ελένη Λιάκου, μου απάντησε: « Η μητέρα μου είχε έμφυτο ταλέντο. Μπορεί να μην ήταν σπουδαγμένη, όμως άνθρωποι των γραμμάτων της εποχής παραδέχτηκαν ότι οι στίχοι της ήταν κατάθεση ψυχής. Αγαπούσε πολύ αυτό που έκανε και έγραφε στίχους από μικρό παιδί.»
Το Δεκέμβριο έγινε στην αίθουσα εκδηλώσεων του δήμου Περιστερίου αφιέρωμα στη στιχουργό, με συμμετοχή πολλών καλλιτεχνών και μεγάλη προσέλευση του κόσμου, που συμμετείχε με χαρά και τραγούδι, δείγμα ότι οι στίχοι της έχουν μείνει ανεξίτηλοι στο χρόνο.

Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια της Έφης Μιχαλάτου:
«Απλή αλλά όχι απλοϊκή, σταράτη με διανθίζουσες πινελιές λεπτού ρομαντισμού, στέκεται λεβέντικα στο βάθρο της εικονοπλαστικής ομορφιάς των στίχων και δίνει σε όλους την πεποίθηση ότι για την Ελένη Λιάκου ο «σωστός» άνθρωπος είναι αυτός που δεν εξαρτάται ούτε από τον ίδιο του τον εαυτό, παρά μόνο από την αξιοπρέπεια του!
Όταν πρωτάκουσα τα τραγούδια της, θυμάμαι ήμουν παιδί κι όμως δεν ξεχνώ ότι οι στίχοι της με παρέσυραν σε μια συγκινησιακή φόρτιση μοναδικής δυναμικής, σε σημείο που να ζητώ από τους μεγαλύτερους τη διήγηση πια όλων των πιθανόν στόρι που άφηναν τα υπονοούμενα των στίχων, για να μπορώ να τα οργανώνω ως δρώμενα στο νου μου με την σκηνοθετική φαντασιωσική παρέμβαση της μαεστρίας που έχουν τα παιδιά!
Οι στίχοι της άγγιζαν, δεν ακούγονταν απλά, προβλημάτιζαν χωρίς να είναι σύνθετοι ακουμπώντας τον πρώτο και τον έσχατο γι αυτό κι είχαν τεράστια απήχηση!
Ελένη Λιάκου μας ταξίδεψες, μας ταξιδεύεις, θα μας ταξιδεύεις με την Επίσημη αγαπημένη, Μια κυρία φεύγει, Το μεσημέρι καίει το μέτωπο σου… κι όλα σου τα αριστουργήματα!
Νίκη Ρεπάνη αγαπημένη φίλη σ´ ευχαριστούμε γι’ αυτήν την αφύπνιση μνήμης και την υπέροχη βραδιά που μας χάρισες μαζί με τους εξαίρετους συντελεστές σου!
Η ακριβή σου μανούλα, η σωστή Κυρία θα είναι αληθινά περήφανη για τη λατρεμένη της κόρη που συνεχίζει επάξια τα βήματα της!»

Κλείνω το «οδοιπορικό» για τη στιχουργό Ελένη Λιάκου, με τι άλλο, παρά από έναν στίχο της:
Μια γυναίκα φεύγει, μια σωστή κυρία
τα βήματά της σβήνουν μια θλιβερή ιστορία.
Κάνει κρύο κι η βροχή πάγωσε στη στέγη
μια γυναίκα φεύγει, μια γυναίκα φεύγει.